ἐρύξω

ἐρύξω
ἐρύ̱ξω , ἐρύκω
keep in
aor subj act 1st sg
ἐρύ̱ξω , ἐρύκω
keep in
fut ind act 1st sg
ἐρύ̱ξω , ἐρύκω
keep in
aor ind mid 2nd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ἐρυξώ — fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ερυξώ — (6ος αι. π.Χ.). Σύζυγος του Αρκεσίλαου B’, βασιλιά της Κυρήνης, που δολοφονήθηκε από τον αδελφό του, Λέαρχο, το 560 π.Χ. Στο έργο του Γυναικών αρεταί, ο Πλούταρχος εγκωμιάζει τη φρόνησή της, αναφέροντας πως η Ε. εκδικήθηκε τον φόνο του συζύγου… …   Dictionary of Greek

  • Ἐρυξοῦς — Ἐρυξώ fem nom/voc pl Ἐρυξώ fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Eryxo — (Greek name: η Ἐρυξώ; flourished 6th century BC) was a Greek woman, who was a Queen of Cyrenaica and was a member of The Battiads dynasty, the family that ruled Cyrenaica and Cyrene. From the ancient Greek sources, she appears to be the first… …   Wikipedia

  • λάαρχος — (μέσα 6ου αι. π.Χ.). Αδελφός του Αρκεσίλαου Β’, βασιλιά της Κυρήνης. Αφού σκότωσε τον αδελφό του, ανήλθε ο ίδιος στον βασιλικό θρόνο, ως επίτροπος του ανήλικου διαδόχου, γιου του Αρκεσίλαου. Για να εδραιώσει τη θέση του, θέλησε να παντρευτεί τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”